Buturugă v. Romania – 56867/15

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης: 10 Φεβρουαρίου 2020

Πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης

Η προσφεύγουσα –η S. Buturuga– υπέβαλε καταγγελία κατά του πρώην συζύγου της, ισχυριζόμενη ότι είχε πέσει θύμα ενδοοικογενειακής βίας και ότι είχε απειλήσει να τη σκοτώσει. Τον επόμενο μήνα, κατέθεσε δεύτερη καταγγελία για συνεχείς απειλές και βία, με σκοπό να την παρακινήσει να αποσύρει την πρώτη της καταγγελία.

Η Μπουτουρούγκα ζήτησε επίσης να γίνει ηλεκτρονική έρευνα στον υπολογιστή της οικογένειας, ισχυριζόμενη ότι ο πρώην σύζυγός της είχε πρόσβαση παράνομα στους ηλεκτρονικούς της λογαριασμούς – συμπεριλαμβανομένου του λογαριασμού της στο Facebook – και είχε αντιγράψει τις ιδιωτικές της συνομιλίες, τα έγγραφα και τις φωτογραφίες της. Στη συνέχεια, η Μπουτουρούγκα υπέβαλε μια τρίτη καταγγελία για παραβίαση του απορρήτου της αλληλογραφίας της.

Τον Φεβρουάριο του 2015, ο εισαγγελέας απέρριψε την καταγγελία σχετικά με την ενδοοικογενειακή βία με το σκεπτικό ότι δεν ήταν αρκετά σοβαρή για να δικαιολογήσει ποινικό αδίκημα, και απέρριψε περαιτέρω την καταγγελία σχετικά με την παραβίαση της εμπιστευτικότητας με το σκεπτικό ότι υποβλήθηκε εκπρόθεσμα.

Απόφαση του ΕΔΔΑ

Ενώπιον του ΕΔΔΑ, η Μπουτουρούγκα υποστήριξε την παραβίαση των δικαιωμάτων της που απορρέουν από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ιδίως το άρθρο 3 – απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης – και το άρθρο 8 – το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και αλληλογραφίας.

Όσον αφορά την έρευνα σχετικά με τους ισχυρισμούς περί κακομεταχείρισης, το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι εγχώριες αρχές δεν είχαν εξετάσει τα πραγματικά περιστατικά από την σκοπιά ης ενδοοικογενειακής βίας. Αντιθέτως, οι αποφάσεις τους βασίζονταν στις διατάξεις του ποινικού κώδικα που τιμωρούσαν τη βία μεταξύ ιδιωτών και όχι σε εκείνες που προβλέπουν αυστηρότερες ποινές για ενδοοικογενειακή βία. Το ΕΔΔΑ υποστήριξε ότι τα πορίσματα των εγχώριων αρχών ήταν αμφισβητήσιμα, καθώς δεν είχαν προσδιορίσει το άτομο που ευθύνεται για τους τραυματισμούς.

Όσον αφορά την έρευνα σχετικά με την παραβίαση του απορρήτου της αλληλογραφίας της Μπουτουρούγκα, το ΕΔΔΑ επεσήμανε ειδικότερα ότι ο εκφοβισμός αποτελεί επί του παρόντος αναγνωρισμένη πτυχή της βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών και θα μπορούσε να λάβει διάφορες μορφές, συμπεριλαμβανομένων των παραβιάσεων της ιδιωτικής ζωής, της παράνομης πρόσβασης στον υπολογιστή του θύματος και της συλλογής, της ανταλλαγής και της επεξεργασίας δεδομένων και εικόνων, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών δεδομένων από ιδιωτικές στιγμές. Το ΕΔΔΑ αποδέχτηκε περαιτέρω το επιχείρημα της Μπουτουρούγκα ότι πράξεις όπως η παράνομη παρακολούθηση, η πρόσβαση ή η αποθήκευση της αλληλογραφίας του συντρόφου κάποιου θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη από τις εγχώριες αρχές κατά τη διερεύνηση περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας.

Εν προκειμένω, ωστόσο, οι εγχώριες αρχές δεν είχαν εξετάσει αυτόν τον λόγο καταγγελίας και είχαν απορρίψει το αίτημά της για ηλεκτρονική έρευνα του οικογενειακού υπολογιστή. Το ΕΔΔΑ υποστήριξε ότι οι εγχώριες αρχές ήταν υπερβολικά τυπικές στη στάση τους και δεν είχαν λάβει υπόψη τις διαφορετικές μορφές που έλαβε η ενδοοικογενειακή βία.

Ως εκ τούτου, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ρουμανία παρέλειψε τις θετικές υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3 και 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως και διέταξε το κράτος να καταβάλει 10.000 ευρώ στην Μπουτουρούγκα.

Η περίληψη της υπόθεσης ΕΔΔΑ είναι προσβάσιμη (στα αγγλικά) στον σύνδεσμο εδώ.